Première Guerre Mondiale - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Première Guerre Mondiale - translation to Αγγλικά


Première Guerre Mondiale         
First World War, World War I, world war fought between the years 1914 and 1918

Ορισμός

premiere
(premieres, premiering, premiered)
1.
The premiere of a new play or film is the first public performance of it.
A new Czechoslovak film has had its premiere at the Karlovy Vary film festival.
N-COUNT
2.
When a film or show premieres or is premiered, it is shown to an audience for the first time.
The documentary premiered at the Jerusalem Film Festival...
The opera is due to be premiered by ENO next year.
VERB: V, be V-ed

Βικιπαίδεια

Première Guerre mondiale
coulant au large du détroit des Dardanelles, des soldats avec des masques à gaz utilisant une mitrailleuse, des avions des Luftstreitkräfte à Douai.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Première Guerre Mondiale
1. Ce cimetière faisait partie dun projet conçu pendant la Première Guerre mondiale.
2. Hemingway avait servi durant la Première Guerre mondiale sur le front italien.
3. En Europe, éclate la Première Guerre mondiale ÷ les femmes doivent remplacer les hommes, partis au front, dans leurs activités.
4. C‘est un été, l‘été 14, que la Première Guerre mondiale s‘est enclenchée sans qu‘on sache, alors, qu‘elle allait définir le siècle qui s‘ouvrait.
5. Dans la liste des compatriotes de passage en Suisse avant et pendant la Première Guerre mondiale, il a découvert un vrai gratin migrateur.